- κορακινίδιον
- κορακ-ῑνίδιον, τό, Dim. ofA
κορακῖνος 11
, Pherecr.56, Anaxandr.27, PSI3.206.20 (iii A. D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
κορακῖνος 11
, Pherecr.56, Anaxandr.27, PSI3.206.20 (iii A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
κορακινίδιον — κορακινίδιον, τὸ (Α) υποκορ. τού ψαριού κορακίνος* … Dictionary of Greek
κορακινιδίοις — κορακινίδιον neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)